Κυριακή, Μαρτίου 01, 2009

Αποκριάτικα έθιμα

Με τη λατινογενή λέξη Καρναβάλι, την αντίστοιχη της ελληνικής απόκρεω ή αποκριά, χαρακτηρίζεται η περίοδος των τριών εβδομάδων πριν από την Καθαρά Δευτέρα, κατά την οποία επικρατεί το έθιμο του μασκαρέματος. Κυριολεκτικά «Αποκρεά» σημαίνει τον αποχαιρετισμό της περιόδου κρεατοφαγίας ή την αποχή από το κρέας (από-κρεώ). Αντίστοιχα και η λατινογενής λέξη «Καρναβάλι» είναι σύνθετη από τις λέξεις carne = κρέας και vale = χαιρετώ.

Οι Απόκριες αποτελούν ουσιαστικά την εισαγωγή στην περίοδο της νηστείας και προετοιμασίας για τη μεγαλύτερη γιορτή της χριστιανοσύνης, το Πάσχα. Αποτελούν για τους πιστούς μια περίοδο εκτόνωσης, πριν αρχίσει η Σαρακοστή, που ξεκινά την Καθαρά Δευτέρα. Με τη νηστεία της Σαρακοστής οι πιστοί προετοιμάζονται ψυχικά και σωματικά για να παρακολουθήσουν τα Θεία Πάθη κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα. Οι ρίζες των εθίμων της Αποκριάς μπορούν να ανιχνευθούν στην αρχαιότητα.

Σχετίζονται με τις λατρευτικές γιορτές προς τιμήν του θεού Διονύσου, στις οποίες κυριαρχούσε ο ενθουσιασμός, η ευθυμία και η σκωπτική διάθεση. Με την επικράτηση του χριστιανισμού, στοιχεία της αρχαιοελληνικής λατρείας συνδυάστηκαν στη συνείδηση και τις παραδόσεις του λαού με την περίοδο πριν από τη Σαρακοστή. Από το 19ο αι. μέχρι σήμερα το καρναβάλι ξεκινά κάθε χρόνο την Κυριακή του Τελώνη και Φαρισαίου και λήγει την Κυριακή της Τυροφάγου. Παλιότερα, τον εορταστικό τόνο έδιναν οι παρέες των μεταμφιεσμένων, που κυκλοφορούσαν στους δρόμους και γύριζαν τα βράδια στις γειτονιές τραγουδώντας άσεμνα και σκωπτικά τραγούδια. Αυτού του είδους, όμως, οι καρναβαλικές εκδηλώσεις χάθηκαν σε μικρό ή μεγάλο βαθμό με το πέρασμα του χρόνου για να επικρατήσουν οργανωμένες από τις τοπικές κοινωνίες και τυποποιημένες εορταστικές εκδηλώσεις με αποκριάτικες στολές και άρματα.

Το καρναβάλι όμως είναι στενά συνυφασμένο με την πολιτισμική κληρονομιά κάθε περιοχής της Ελλάδας. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα γίνεται προσπάθεια να αναβιώσουν παραδοσιακά αποκριάτικα έθιμα σε πολλά μέρη της χώρας. Κυρίαρχα στοιχεία σε αυτά αποτελούν τα φαλλικά σύμβολα αλλά και η σάτιρα, η οποία συνδέεται άμεσα με τα τοπικά δρώμενα ή επικεντρώνεται σε επίκαιρα θέματα που σχετίζονται με την Ελλάδα αλλά και το διεθνή χώρο. Το πιο σημαντικό καρναβάλι στον ελληνικό χώρο διοργανώνεται στην Πάτρα. Οι αποκριάτικες εκδηλώσεις αρχίζουν κάθε χρόνο στις 17 Ιανουαρίου και λήγουν την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς με το κάψιμο του βασιλιά Καρνάβαλου και την μεγάλη παρέλαση των καρναβαλιστών.

Το έθιμο του χαρταετού

Έθιμο για μικρά και μεγάλα παιδιά, ο χαρταετός «προσφέρει» με τις τρελές και απίθανες πτήσεις του μοναδικές στιγμές χαράς. Πώς όμως ξετυλίγεται η... καλούμπα της ιστορίας του;
Όλοι συμφωνούν πως οι χαρταετοί είναι επινόηση των ανατολικών λαών (Κινέζοι, Ιάπωνες κ.λπ.), όμως αν θέλουμε να βρούμε ποιος χρησιμοποίησε τους αετούς σαν πτητικές μηχανές θα πρέπει να γυρίσουμε στον 4ο αιώνα όταν ο φιλόσοφος, μαθηματικός, αστρονόμος και πολιτικός Αρχύτας, από τον Τάραντα της Σικελίας, εφηύρε την πρώτη πτητική μηχανή τη λεγόμενη «περιστερά του Αρχύτα». Ήταν ένα ξύλινο ομοίωμα πουλιού που πετούσε με την επενέργεια του βάρους που ήταν αναρτημένο σε τροχαλία και πεπιεσμένου αέρα που διέφευγε από μία σχισμή.
Οι αετοί της αρχαιότητας και του Μεσαίωνα ήταν κατασκευασμένοι πιθανότατα από πανί, ενώ οι πρώτοι χαρταετοί αναφέρονται το 1450 στη Γερμανία και το 1606 στην Ισπανία, σε ημερολόγιο κληρικού ως παιχνίδι χαράς την ημέρα του Πάσχα.
Το 1749, ο καθηγητής Αστρονομίας Γουίλσον, στη Γλασκώβη, σηκώνει τον πρώτο μετεωρολογικό αετό μαζί με τους μαθητές του και το 1754 ο Βενιαμίν Φραγκλίνος στην Αμερική διαπιστώνει τον ηλεκτρισμό της ατμόσφαιρας με αετό. Ο πρώτος κυψελοειδής τεράστιος αετός για μετεωρολογικές παρατηρήσεις υψώνεται από τον Αυστραλό Χαργκρέιβ το 1880, ενώ το 1909 ένα σύστημα αετών σηκώνει τον πρώτο άνθρωπο στον αέρα.
Λέγεται επίσης, πως για να ρίξουν το πρώτο σχοινί κατασκευάζοντας τη μεγάλη γέφυρα του ποταμού Νιαγάρα χρησιμοποίησαν αετό ενώ πολλοί αετοί κατασκευάστηκαν για στρατιωτικές χρήσεις.
Από τα πλουσιόπαιδα της Ευρώπης, οι χαρταετοί πέρασαν από λιμάνι σε λιμάνι και έφθασαν πρώτα στη Σμύρνη, στη Χίο και στην Κωνσταντινούπολη, για να συνεχίσουν στα Επτάνησα, την Πάτρα, τη Σύρο και έπειτα σε όλη την Ελλάδα. Ανάλογα με την περιοχή, είχαν και μία ονομασία. Οι Σμυρνιοί τούς έλεγαν «τσερκένια», οι Κωνσταντινουπολίτες «ουτσουρμάδε»ς, οι Πόντιοι «πουλία», οι Θρακιώτες «πετάκια», οι Επτανήσιοι «φυσούνες». Σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, οι χαρταετοί ονομάζονταν «αστέρια», «ψαλίδες», «φωτοστέφανα» κ.ά.

Καθαρή Δευτέρα - Ο Αγάς στη Χίο

Ο «Αγάς», είναι ένα από τα ομορφότερα και παλαιότερα έθιμα της Χίου και αναβιώνει στα Μεστά και στους Ολύμπους την ημέρα της Καθαρής Δευτέρας. Πρόκειται για ένα ιδιότυπο δικαστήριο, από το οποίο δεν γλιτώνει κανείς χωρίς να καταβάλει κάποιο πρόστιμο! Το έθιμο του Αγά έχει τις ρίζες του στην τουρκοκρατία και ανάγεται γύρω στο 1830-1840.
Ο «Αγάς» συνοδευόμενος από το επιτελείο του, προσπαθεί να μπει στο χωριό από την παλιά κεντρική σιδερένια πύλη. Οι φρουροί αντιστέκονται σθεναρά, αλλά τελικά θα καταφέρει να μπει, και συνοδεία βεγγαλικών και χαρτοπόλεμου, θα περάσει από τα στενά σοκάκια του μεσαιωνικού χωριού, και θα κατευθυνθεί προς την κεντρική πλατεία. Τα τελευταία χρόνια, τον «Αγά» τον συνοδεύει και η «Χανούμα», η οποία συνοδεία οργάνων φτάνει κι εκείνη στην πλατεία του χωριού και παίρνει την θέση της δίπλα του, καθ' όλη την διάρκεια των δικών που ακολουθούν.
Μετά από την πανηγυρική είσοδο στο χωριό του «Αγά» και της «Χανούμας», ο «Αγάς» κάθεται στην θέση του και ξεκινάνε οι δίκες. Γιατί ο «Αγάς» είναι ένας αυστηρός δικαστής, που δικάζει ρωμιούς και Τούρκους. Εξετάζει τα παραπτώματα που τους αφορούν, χρηματικά, ιδιοκτησιακά, ακόμα και ερωτικά (!) και καταδικάζει σχεδόν όλους τους κατηγορούμενους, οι οποίοι προέρχονται από τους θεατές του εθίμου.
Αυτός που θα καταδικαστεί είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει ένα χρηματικό πόσο για να εξαγοράσει την ποινή του και τα χρήματα αυτά πηγαίνουν υπέρ του Πολιτιστικού Συλλόγου του χωριού. Κύριο χαρακτηριστικό της δίκης είναι το χιούμορ και τα πειράγματα, από τα οποία βέβαια κανείς δεν παρεξηγείται.

Οι "κουδουνάτοι" στην Νάξο

Η Νάξος θεωρείται η γενέτειρα του Θεού Διονύσου. Από το πρώτο κιόλας Σάββατο της Αποκριάς, ξεκινάει ο εορτασμός, με το σφάξιμο των χοίρων και άλλων εκδηλώσεων.
Το μεσημέρι της τελευταίας Κυριακής στην Απείρανθο, εμφανίζονται οι "κουδουνάτοι". Αυτοί φορούν κάπα και κουκούλα, γυρνούν το χωριό κάνοντας θόρυβο και προκαλούν με άσεμνες εκφράσεις. Οι ίδιοι κρατούν "σόμπα", ξύλο που παραλληλίζεται με τον διονυσιακό φαλλό. Μαζί τους μπλέκονται ο "Γέρος", η "Γριά" και η "Αρκούδα". Στις αποκριάτικες εκδηλώσεις των "Κουδουνάτων" μπορεί κανείς να δει το "γάμο της νύφης", το "θάνατο", την "ανάσταση του νεκρού" και το "όργωμα". Την Καθαρή Δευτέρα στις κοινότητες Ποταμιά, Καλόξιδο, Λειβάδια κλπ. οι κάτοικοι ντύνονται "Κορδελάτοι" ή "Λεβέντες" γιατί στο φέσι και στους ώμους έχουν κορδέλες. Οι Κορδελάτοι είναι φουστανελοφόροι και η δεύτερη ονομασία τους "Λεβέντες" αποδίδεται στους Πειρατές. Από κοντά τους ακολουθούν και οι ληστές, οι "Σπαραρατόροι", που αρπάζουν τις κοπέλες για να τις βάλουν με το ζόρι στον χορό και το γλέντι, που κρατάει ως το πρωί.

Ο γέρος και η κορέλα στην Σκύρο

Με την αρχή του Τριωδίου και κάθε Σαββατοκύριακο των ημερών της Αποκριάς, το έθιμο του νησιού θέλει το "γέρο" και την "κορέλα" να βγαίνουν στους δρόμους και να δίνουν μία ξεχωριστή εικόνα των ημερών. Ο "γέρος" φοράει μία χοντρή μαύρη κάπα, άσπρη υφαντή βράκα και έχει στη μέση του 2-3 σειρές κουδούνια, το βάρος των οποίων μπορεί να φτάσει και τα 50 κιλά. Το πρόσωπο του καλύπτεται από προβιά μικρού κατσικιού και περπατώντας με χορευτικό ρυθμό, καταφέρνει να ηχούν μελωδικά τα κουδούνια που φοράει.
Η "κορέλα" η ντάμα του γέρου είναι ντυμένη με παραδοσιακά σκυριανά ρούχα με κυρίαρχο χρώμα το άσπρο σε πλήρη αντίθεση με το μαύρο χρώμα του "γέρου" έχοντας και αυτή καλυμμένο το πρόσωπό της. Χορεύει γύρω από τον γέρο καθώς αυτός βαδίζει ανοίγοντάς του δρόμο ή προσπαθώντας να τον βοηθήσει και να τον ξεκουράσει.
Οι ικανότεροι από τους γέρους μάλιστα, αφήνουν για λίγο τους δρόμους της αγοράς, όπου συγκεντρώνεται ο κόσμος και ανεβαίνουν στο Κάστρο του νησιού. Εκεί θα κτυπήσουν τις καμπάνες στο Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου.
Τότε η "κορέλα" την ώρα που ο "γέρος" θα σταματήσει να πάρει μίαν ανάσα, θα του τραγουδήσει σκυριανό τραγούδι, παινεύοντάς τον για τις αξίες και τις χαρές του. Το δίδυμο αυτής της σκυριανής αποκριάς συνοδεύει πολλές φορές και ο "φράγκος". Αυτός ο μασκαράς, ντυμένος με παραδοσιακά ρούχα του νησιού αλλά και παντελόνι, σατιρίζει τους σκυριανούς εκείνους που έβγαλαν τις βράκες και φόρεσαν παντελόνια (φράγκικα).
Η προέλευση του εθίμου αυτού χάνεται στα χρόνια και πολλοί μελετητές υποστηρίζουν ότι υπάρχουν στοιχεία και ρίζες διονυσιακών τελετών και θεωρούν τις εκδηλώσεις αυτές κατάλοιπα τέτοιων εορτών.
Οι γεροντότεροι στο νησί αναφέρουν ότι ο "γέρος" και η "κορέλα", έρχονται κάθε χρόνο να θυμίσουν στους σκυριανούς κάποια θεομηνία που κατέστρεψε όλα τα ζώα του νησιού και για το λόγο αυτό ο τσοπάνης ζώστηκε τα κουδούνια των ζώων και ήρθε στο χωριό να ειδοποιήσει τους υπόλοιπους.
Μία άλλη εκδήλωση της σκυριανής αποκριάς είναι η "τράτα" που είναι αναπαράσταση ναυτικής ζωής, όπου ψαράδες στην πλειοψηφία τους, σατιρίζουν έμμετρα καταστάσεις και γεγονότα που αφορούν τη κοινωνική ζωή στην Ελλάδα γενικότερα.
Με τα σατυρικά αυτά ποιήματα, αλλά και με την αμφίεσή τους, καταφέρνουν να προκαλούν την ευθυμία των θεατών της παράστασης αυτής που κορυφώνεται την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς.
Την Καθαρή Δευτέρα σχεδόν όλοι οι Σκυριανοί με παραδοσιακές τοπικές στολές, κατεβαίνουν στην πλατεία του χωριού και χορεύουν και τραγουδούν σκυριανά τραγούδια.

Το "Γαϊτανάκι" του Δήμου Λειβαδιάς

Την τελευταία Κυριακή των Απόκρεω, η ομάδα πολιτών "Φίλοι του Καρναβαλιού της Λειβαδιάς" οργανώνει κάθε χρόνο το "Γαϊτανάκι" με την υποστήριξη του Δήμου Λειβαδιάς. Πρόκειται για παράδοση που τηρούνταν μέχρι και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Λειβαδιά και που η οποία αναβιώνει τα τελευταία χρόνια. Η αναβίωση ακολουθεί πιστά την παράδοση: Οι γείτονες στις συνοικίες της πόλης προετοιμάζουν το Γαϊτανάκι τους μαζί με άρματα και μασκαράτες και παρελαύνουν προς την κεντρική πλατεία όπου πλέκονται τα Γαϊτανάκια.
Κάθε χρόνο οργανώνονται και κάποια "γεγονότα" όπως διαγωνισμός για τη βράβευση της καλύτερης ομάδας, αναπαράσταση ποδοσφαιρικού αγώνα από ηλικιωμένες γυναίκες, παρουσίαση αποκριάτικων σκηνών, τραγούδια (αποκριάτικα της περιοχής με πειρακτικό περιεχόμενο) και παντομίμες από τους μασκαράδες, γλέντι με λαϊκούς οργανοπαίχτες κ.λ.π..

Βλάχικος Γάμος στην Θήβα

Ένας γάμος βρίσκεται στο επίκεντρο των εορταστικών εκδηλώσεων της Αποκριάς, στη Θήβα. Δεν πρόκειται για έναν «γάμο για τα καρναβάλια», αλλά για αναπαράσταση ενός εθίμου που φθάνει στις ημέρες μας περίπου από το 1830, μετά την απελευθέρωση των ορεινών περιοχών. Το τελετουργικό, παρά το γεγονός ότι μεταφέρθηκε εδώ από τους Βλάχους των περιοχών Μακεδονίας - Ηπείρου - Θεσσαλίας, ενσωματώθηκε εύκολα στον κάμπο της Βοιωτίας.
Από τα Βουκόλια της Θήβας (αρχαία διονυσιακή γιορτή που κατέληγε σε γάμο) μέχρι τον Βλάχικο γάμο με το γαϊτανάκι, την πομπή, τον Πανούση-σάτυρο, τον χορό του πεθαμένου, η απόσταση δεν φαίνεται καθόλου μεγάλη. Οι ομοιότητες με τις ανοιξιάτικες διονυσιακές γιορτές της γονιμότητας και ανανέωσης είναι πολλές, οπότε το έθιμο έχει πολύ μεγαλύτερη αξία από αυτήν που του αποδίδουμε σήμερα.
Στις μέρες μας 9 διευρυμένες «οικογένειες» της Θήβας, με 40-45 άτομα η κάθε μία, αναλαμβάνουν (με προκαθορισμένη σειρά ανά έτος) να πρωταγωνιστήσουν στον Βλάχικο γάμο. Από αυτές διαλέγεται ο γαμπρός. H νύφη δεν είναι πλέον άνδρας ντυμένος γυναίκα (όπως ήταν το έθιμο... και μάλιστα άνδρας με μουστάκι!). Ούτε καμία κοπέλα της Θήβας δέχεται να πάρει τη θέση της νύφης. Οπότε διαλέγουν «μοντέλο». Θα πρέπει επίσης να αναφέρουμε ότι σημαντική θέση στο τελετουργικό πέρα από τους Βλάχους και τους Λιάπηδες, έχουν οι Μακεδόνες με τις δικές τους στολές, ενώ το κατ' εξοχήν μουσικό όργανο του Βλάχικου γάμου δεν είναι το κλαρίνο, αλλά η πίπιζα.
Οι... διαδικασίες αυτού του γάμου ολοκληρώνονται την Καθαρά Δευτέρα. Μία πολύχρωμη γαμήλια πομπή θα ξεκινήσει από την εκκλησία της «Αγιά Τριάδας» προς τον δρόμο του Επαμεινώνδα όπου είναι τα «κονάκια» των συμπεθέρων. Ο γαμπρός θα... ξυριστεί ενώ οι δύο συμπέθεροι θα έχουν έναν διασκεδαστικό διάλογο για το «ελάττωμα» της νύφης, όμως τελικά θα τα «συμφωνήσουν» και το γλέντι θα κορυφωθεί στον δρόμο του Επαμεινώνδα. Το απόγευμα δεν πρέπει να χάσετε τον «χορό του πεθαμένου». Πρόκειται για άλλο ένα παλαιό έθιμο που συμβολίζει τον θάνατο του χειμώνα και τη γέννηση της άνοιξης.

Αλευροπόλεμος στο Γαλαξείδι

Ολόκληρο το καρναβάλι κυλά στο ρυθμό του ξεφαντώματος στην όμορφη αυτή παραλιακή πόλη της Στερεάς Ελλάδας, και δεκάδες τουρίστες σπεύδουν να δουν από κοντά στο έθιμο του αλευρομουτζουρώματος. Πρόκειται για μια καθιερωμένη γιορταστική εκδήλωση της Καθαράς Δευτέρας, όπου οι λάτρεις του καρναβαλιού δεν παίζουν με τις σερπαντίνες και το χαρτοπόλεμο, αλλά επιδίδονται στον «αλευροπόλεμο» που κρατά τις ρίζες του από το 1801.
Όπως υποδηλώνει και η ίδια η λέξη, βασικός πρωταγωνιστής της ημέρας είναι το αλεύρι, που πετιέται σε γενναιόδωρες ποσότητες μεταξύ των καρναβαλιστών την ώρα που χορεύουν σε ξεχωριστούς κύκλους οι άντρες και οι γυναίκες. Πλην όμως, όλοι τους πρέπει να είναι μουτζουρωμένοι με κάρβουνο στο πρόσωπο. Τα τελευταία χρόνια, εκτός από κάρβουνο, τα πρόσωπα είναι κρυμμένα πίσω από ένα σωρό άλλα απίθανα και διασκεδαστικά υλικά, όπως το λουλάκι, το βερνίκι των παπουτσιών και η ώχρα.

Οι θρύλοι για τα "στοιχειά" στην Αμφισσα

Οι θρύλοι για τα "στοιχειά", είχαν μεγάλη διάδοση στην περιοχή. Λέγεται πως τα "στοιχειά" αποτελούν ψυχές σκοτωμένων ανθρώπων ή ζώων που τριγυρίζουν στην περιοχή. Το σπουδαιότερο στοιχειό, που είναι συνδεδεμένο με την παράδοση είναι το στοιχειό της "Χάρμαινας". Αυτό αγαπούσε και προστάτευε τους Ταμπάκηδες (βυρδοδέψες), που η δουλειά τους ανάγκαζε να βρίσκονται στην Βρύση νύχτα - μέρα. Πολλοί ορκίστηκαν, πως είδαν το στοιχειό να τριγυρίζει τη νύχτα σ' όλη τη συνοικία, να καταλήγει στην πηγή του νερού και να χάνεται.
Ακόμη διηγούνται οι πιο παλαιοί πως το στοιχειό της Χάρμαινας έβγαινε κάθε Σάββατο βράδυ, κατέβαινε από της "Κολοκυθούς το Ρέμα" και γύριζε στους δρόμους μουγκρίζοντας και σέρνοντας αλυσίδες. Το τελευταίο Σαββατοκύριακο της Αποκριάς αναβιώνει στην Άμφισσα ο Θρύλος του "Στοιχειού". Από την συνοικία Χάρμαινα, όπου βρίσκονται τα παλιά Ταμπάκικα και τα σκαλιά του Αϊ Νικόλα κατεβαίνει το "στοιχειό" και μαζί ακολουθούν εκατοντάδες μεταμφιεσμένοι. Στο ιστορικό μεγάλο καφενείο της πόλης γίνονται συζητήσεις σατυρικού περιεχομένου για τους Θρύλους και τα Στοιχειά

Τυρναβίτικο Καρναβάλι - Μπουρανί

Ένα από αυτά τα έθιμα που έκανα τον Τύρναβο ξακουστό είναι το έθιμο του «Μπουρανί» την ημέρα της Καθαρής Δευτέρας. Η χρησιμοποίηση σεξουαλικών και ερωτικών συμβόλων συνδυάζεται απόλυτα με τις παραδοσιακές λαϊκές εκδηλώσεις των Τυρναβιτών.
«Το μπουρανί» είναι στην κυριολεξία ένα λαϊκό πανηγύρι αλλά στην ουσία είναι η γιορτή του φαλλού και συμβολίζει την αναπαραγωγή και την ευτεκνία. Για την προέλευση του, υπάρχουν δύο εκδοχές.
Η πρώτη αναφέρει ότι οι ρίζες του βρίσκονται στις πανάρχαιες εορτές των Ελλήνων: τα Διονύσια, τα Θεσμοφόρια, τα Αφροδίσια, τα Θαργήλια και κυρίως οι αλωαί που ήταν γεωργική εορτή πανάρχαια λατρεία και προθρησκευτική.
Και η δεύτερη ότι προέρχεται από Αρβανίτες που εγκαταστάθηκαν στον Τύρναβο γύρω στο 1770, λίγο πριν τα Ορφωλικά. Η δεύτερη εκδοχή μάλλον είναι και η επικρατέστερη, καθώς τεκμηριώνεται από ιστορικά στοιχεία.
Καθώς λέγεται εκείνη την εποχή, έπεσε στον Τύρναβο επιδημία χολέρας και οι περισσότεροι κάτοικοι του βρήκαν θάνατο.
Η πόλη ερημώθηκε και ο σουλτάνος της περιοχής, έφερε ένα τμήμα Αρβανιτών, για να κτίσει την καινούργια πόλη, δίπλα στην παλιά (η περιοχή αυτή ονομάζεται «Κόκκαλα» επειδή στην περιοχή θάφτηκαν όσοι βρήκαν τον θάνατο από την χολέρα).
Οι Αρβανίτες αυτοί λοιπόν καθιέρωσαν το έθιμο που σώζεται ως τις μέρες μας.
Το έθιμο αυτό λαμβάνει χώρα την Καθαρή Δευτέρα κάθε χρόνο στον Τύρναβο. Οι κάτοικοι της πόλης πηγαίνουν στο εξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία στα βόρεια της πόλης σ' έναν ελεύθερο ευρύ χώρο (ένα μεγάλο αλώνι).
Η πορεία γίνεται σε πομπή της οποίας προηγούνται διάφορες ομάδες (θίασοι) μεταμφιεσμένων ή μη (μόνον ανδρών), οι οποίοι κουβαλούσαν όλα τα απαραίτητα για την λειτουργία.
Όταν η πόλη έφθανε στο χώρο του Προφήτη Ηλία εκεί κάθε ομάδα έστρωνε στο έδαφος διάφορα φαγητά και μια μεγάλη φιάλη σε σχήμα «φαλλού» γεμάτη με κρασί ή με γαλακτόχρουν κράμα ούζου ή τσίπουρου με νερό.
Παράλληλα άναβαν φωτιά πάνω στην οποία παρασκευάζοταν το «Μπουρανί» μια χορτόσουπα από σπανάκι και ξύδι για να νοστιμίζει.
Αφού γινόταν το μπουρανί που είχε την μορφή σούπας σερβιριζόταν στους «μυουμένους» ως μέθεξη - συμμετοχή στα δρώμενα - και έτσι άρχιζε ο χορός και τα τραγούδια, οι αστεϊσμοί και τα πειράγματα με άσεμνες βασικά εκφράσεις.
Πολλοί από τους άντρες που συμμετείχαν σ' αυτό το τελετουργικό κρατούσαν στα χέρια τους φαλλούς σαν σκήπτρα και ήταν κατασκευασμένα από ξύλο ή πηλό ή ακόμα και από ψωμί και που αποτελούσαν το κυριότερο τελετουργικό σύμβολο.
Στο έθιμο αυτό συμμετείχαν αυστηρά μόνο άντρες ενώ οι γυναίκες απείχαν, ίσως για λόγους σεμνοτυφίας λόγω των φερόμενων φαλλικών συμβόλων.
Γυναικόπαιδα όμως παρακολουθούσαν τα δρώμενα καθώς επίσης και πλήθη επισκεπτών από διάφορα μέρη της Ελλάδας.

Οι Φανοί - Κοζάνη

Οι "φανοί", οι μασκαράδες που περιφέρονται σε όλη την πόλη, οι λαϊκοί οργανοπαίκτες και οι μπάντες στους δρόμους, το κρασί, τα "κιχιά" και τα κεράσματα σε όλους, η έντονη σκωπτική διάθεση και η καθολική συμμετοχή στα δρώμενα, είναι τα χαρακτηριστικά των αποκριάτικων ημερών.
Η πρώτη γραπτή μαρτυρία για το έθιμο των μεταμφιεσμένων (ρογκατζιάρια) είναι του 1747, η ύπαρξή τους όμως πρέπει να τοποθετηθεί γύρω στα μέσα του 17ου αιώνα, παράλληλα με την πρώτη βιοτεχνική και εμπορική ανάπτυξη της πόλης.
Παλιότερα -στις γιορτές του δωδεκαημέρου- οι ομάδες των μεταμφιεσμένων ονομάζονταν "ρογκατζιάρια" με κυριότερη αμφίεση αυτή των κωδωνοφόρων. Αυτοί φορούσαν προσωπίδα με μορφή γοργόνας, ψάθινη πανοπλία, κρεμούσαν πάνω τους κουδούνια και κυπριά και κρατούσαν ένα δρεπάνι. Όταν δυο παρέες κωδωνοφόρων συναντιόνταν σε ένα στενό δρόμο, η μία θα έπρεπε να υποχωρήσει για να περάσει η άλλη.
Όμως την υποχώρηση τη θεωρούσαν ταπεινωτική και γι' αυτό η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη. Αποτέλεσμα μιας τέτοιας σύγκρουσης ήταν γύρω στα 1860 να αλληλοσκοτωθούν δυο αδέλφια που δεν αναγνώρισε το ένα το άλλο. Από τότε οι τουρκικές αρχές απαγόρευσαν τις εκδηλώσεις, οι οποίες ξανάρχισαν μετά το 1890.
Το αναβιωμένο έθιμο -οι απόκριες- με τα "καρναβάλια" είχαν μια ανανεωμένη μορφή, αποτελώντας ολόκληρες θεατρικές παραστάσεις με θέματα από την ιστορία, τη μυθολογία, τα ταξίδια, τη σύγχρονη ζωή. Το πιο χαρακτηριστικό θέμα της εποχής ήταν το "καρναβάλι της καμήλας". Το 1938 ο Δήμος Κοζάνης επισημοποίησε τις αποκριάτικες εκδηλώσεις, που διακόπηκαν με τον πόλεμο και ξανάρχισαν το 1950.
Σήμερα, τις ημέρες του καρναβαλιού η Κοζάνη αποδεσμεύεται από τα καθημερινά προσχήματα και επαναφέρει το τοπικό γλωσσικό ιδίωμα για να εκφραστεί αυθεντικότερα και να ξεφαντώσει διονυσιακά.
Το μεσημέρι της μεγάλης αποκριάς γίνεται παρέλαση αρμάτων και μεταμφιεσμένων ομάδων που εκπροσωπούν την κάθε γειτονιά. Ακολουθεί βράβευση της πιο εντυπωσιακής συμμετοχής, από το Δήμο Κοζάνης, σε ειδική τελετή που γίνεται στο πάρκο του Αγίου Δημητρίου. Το βράδυ της μεγάλης αποκριάς σε κάθε γειτονιά ανάβουν οι "φανοί", μεγάλες φωτιές γύρω από τις οποίες χορεύουν και τραγουδούν μικροί και μεγάλοι.
Το κρασί, τα "κιχιά", τα κεράσματα για όλους, αλλά κυρίως το ιδιαίτερα "καυτό" περιεχόμενο των τραγουδιών που λέγονται... "ξιανέντροπα" ή "νοικουκυρίσια", αποτελούν εγγύηση άμυνας στο τσουχτερό κρύο που επικρατεί εκείνη την εποχή


"Mπούλα" και "Γενίτσαρος" στη Nάουσα

Στη Nάουσα αναβιώνει το έθιμο της «Mπούλας» και του «Γενίτσαρου». Η ιστορία του παραδοσιακού χορευτικού συγκροτήματος αρχίζει το 1705. Την χρονιά εκείνη οι Ναουσαίοι τιμώντας τη μνήμη των παλικαριών που έπεσαν στον αγώνα εναντίον των Τούρκων, εμφανίστηκαν την αποκριά με τις στολές των αρματολών, με κέρινο πρόσωπο και θώρακα από χιλιάδες ασημένια νομίσματα. Οι στολές, η μουσική και οι χοροί είναι αυθεντικοί και μεταφέρονται από γενιά σε γενιά, χωρίς ξένη επίδραση. Οι χορευτικοί σύλλογοι και η φιλαρμονική της πόλης παίζουν και χορεύουν στους δρόμους και σε πολλά στέκια γλεντιού, όπου προσφέρονται δωρεάν ναουσιώτικο κρασί, μήλα και άλλα εδέσματα.

Του Κουτρούλη ο Γάμος - Μεθώνη

Η αναβίωση του γάμου που άφησε εποχή στη Μεθώνη τόσο για τα χρόνια που περίμενε το ζευγάρι για να ζήσει το πολυπόθητο μυστήριο, όσο και για το γλέντι που δικαίως ακολούθησε, γίνεται κάθε χρόνο την Καθαροδευτέρα στις μία το μεσημέρι στην πλατεία σιντριβανιού της παραλίας.
Το γεγονός είναι πραγματικό και σύμφωνα με ιστορικές πηγές συνέβη τον 14ο αιώνα. Πρωταγωνιστής της απίθανης αυτής ιστορίας ήταν ο ιππότης Ιωάννης Κουτρούλης, ο οποίος, τρελά ερωτευμένος με συμπατριώτισσά του, δε μπορούσε να τη νυμφευθεί γιατί ήταν ήδη παντρεμένη. Η όμορφη Μεθωναία, της οποίας το όνομα δεν έχει σωθεί και την οποία οι μεταγενέστεροι ονόμασαν Αρσάννα, δεν μπορούσε να πάρει διαζύγιο γιατί δεν το επέτρεπε ο Χριστιανός Επίσκοπος της πόλης Νήφων.
Τελικά μετά από 17 χρόνια οι δύο ερωτευμένοι, καταφεύγοντας στον ίδιο τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, πήραν την άδεια και παντρεύτηκαν. Προϋπόθεση βέβαια που έθεσε ο Πατριάρχης ήταν οι δύο Μεθωναίοι να μην είχαν ήδη συνάψει σχέσεις, όπως και διαπιστώθηκε. Στο γλέντι που ακολούθησε ήταν φυσικό να γίνει......του "Κουτρούλη ο Γάμος". Η φαντασία των οργανωτών, όσο περνούσαν τα χρόνια, δημιούργησε νέα δεδομένα και καταστάσεις που έκαναν το γάμο της εποχής εκείνης πασίγνωστο σε όλη την Ελλάδα. Και μέσα από την ιστορία της εποχής εκείνης γίνεται αναφορά στην εποχής μας και με έντονη σατιρική διάθεση διακωμωδούνται σημερινά γεγονότα καθώς επίσης και η νύφη με πολλά γαργαλιστικά στιχάκια.

Αερόστατα- Μεσσηνία

Το έθιμο του χαρταετού την Καθαροδευτέρα έχει πλέον εξαπλωθεί από άκρου σ' άκρο, σε όλη την Ελλάδα. Δεν είναι το ίδιο διαδεδομένο όμως το πέταγμα του αερόστατου, που τις ημέρες της αποκριάς συνηθίζεται στη Μεσσηνία. Χρησιμοποιώντας τις ίδιες πολύχρωμες κόλες -με αυτές που φτιάχνουν και τους χαρταετούς- κατασκευάζουν αερόστατα. Το ανοιχτό κάτω άκρο του παίρνει την όψη περιμέτρου κύκλου με τη χρήση καλαμιού, ενώ τη διάμετρο του αποτελεί ένα σύρμα, στο μέσον του οποίου τοποθετείται ένα εμποτισμένο στο πετρέλαιο στουπί, το οποίο ανάβουν λίγο πριν αφήσουν το αερόστατο, αφού πρώτα το βάλουν για λίγα λεπτά πάνω από τη φωτιά, ώστε να ζεσταθεί το εσωτερικό του, για να φύγει στα ουράνια. Ακολουθεί το κυνήγι του από ομάδες παιδιών προκειμένου να το πιάσουν και να το φέρουν πίσω.
Το έθιμο αυτό αναβιώνει οργανωμένα στην Πλατεία Όθωνος, στο ιστορικό κέντρο της Καλαμάτας, ενώ το βράδυ της Καθαράς Δευτέρας πετούν αερόστατα στο Διαβολίτσι, συμπληρώνοντας έτσι τις αποκριάτικες εκδηλώσεις στην περιοχή του Δήμου Ανδανίας.


Από το Ελληνικό Καφενείο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου